2 Αόριστος (Czas przeszły dokonany)

 0    29 speciālā zīme    Demorgorgom
lejupielādēt mp3 Drukāt spēlēt pārbaudiet sevi
 
jautājums ελληνικά atbilde ελληνικά
είμαι
być
sākt mācīties
ήμουν, ήσουν, ήταν
ήμασταν, ήσασταν, ήταν
έχω
mieć
sākt mācīties
είχα, είχες, είχε
είχαμε, είχατε, είχαν
κάνω
robić
sākt mācīties
έκανα, έκανες, έκανε
κάναμε, κάνατε, έκαναν
πηγαίνω
iść, schodzić
sākt mācīties
πήγα, πήγες, πήγε
πήγαμε, πήγατε, πήγαν
θέλω
chcieć
sākt mācīties
ήθελα, ήθελες, ήθελε
θέλαμε, θέλατε, ήθελαν
μπαίνω
wchodzić
sākt mācīties
μπήκα, μπήκες, μπήκε
μπήκαμε, μπήκατε, μπήκαν
φεύγω
wychodzić
sākt mācīties
έφυγα, έφυγες, έφυγε
φύγαμε, φύγατε, έφυγαν
φτάνω
przychodzić, przyjeżdżać
sākt mācīties
έφτασα, έφτασες, έφτασε
φτάσαμε, φτάσατε, έφτασαν
δένω
zawiązywać
sākt mācīties
έδεσα, έδεσες, έδεσε
δέσαμε, δέσατε, έδεσαν
γίνομαι
wydarzyć się
sākt mācīties
έγινα, έγινες, έγινε
γίναμε, γίνατε, έγιναν
κάθομαι
usiąść
sākt mācīties
κάθισα, κάθισες, κάθισε
καθίσαμε, καθίσατε, κάθισαν
παρέχω
dostarczyć
sākt mācīties
παρείχα, παρείχες, παρείχε
παρείχαμε, παρείχατε, παρείχαν
φαίνομαι
wydawać się/wyglądać
sākt mācīties
φάνηκα, φάνηκες, φάνηκε
φανήκαμε, φανήκατε, φάνηκαν
λείπω
brakować
sākt mācīties
έλειψα, έλειψες, έλειψε
λείψαμε, λείψατε, έλειψαν
θυμώνω
złościć się
sākt mācīties
θύμωσα, θύμωσες, θύμωσε
θυμώσαμε, θυμώσατε, θύμωσαν
σηκώνομαι
wstałem
sākt mācīties
σηκώθηκα, σηκώθηκες, σηκώθηκε
σηκωθήκαμε, σηκωθήκατε, σηκώθηκαν
περιμένω
czekałem
sākt mācīties
περίμενα, περίμενες, περίμενε
περιμέναμε, περιμένατε, περίμεναν
τρώω
zjadłem
sākt mācīties
έφαγα, έφαγες, έφαγε
φάγαμε, φάγατε, έφαγαν
αρνούμαι
zaprzeczyłem
sākt mācīties
αρνήθηκα, αρνήθηκες, αρνήθηκε
αρνηθήκαμε, αρνηθήκατε, αρνήθηκαν
βγαίνω
wyszedłem
sākt mācīties
βγήκα, βγήκες, βγήκε
βγήκαμε, βγήκατε, βγήκαν
λύνω
rozwiązałem
sākt mācīties
έλυσα, έλυσες, έλυσε
λύσαμε, λύσατε, έλυσαν
πάω
poszedłem
sākt mācīties
πήγα, πήγες, πήγε
πήγαμε, πήγατε, πήγαν
τραγουδάω
zaśpiewałem
sākt mācīties
τραγούδησα, τραγούδησες, τραγούδησε
τραγουδήσαμε, τραγουδήσατε, τραγούδησαν
ξεθωριάζω
wyblakłem
sākt mācīties
ξεθώριασα, ξεθώριασες, ξεθώριασε
ξεθωριάσαμε, ξεθωριάσατε, ξεθώριασαν
αισθάνομαι
poczułem
sākt mācīties
αισθάνθηκα, αισθάνθηκες, αισθάνθηκε
αισθανθήκαμε, αισθανθήκατε, αισθάνθηκαν
χάνω
straciłem
sākt mācīties
έχασα, έχασες, έχασε
χάσαμε, χάσατε, έχασαν
πεθαίνω
umarłem
sākt mācīties
πέθανα, πέθανες, πέθανε
πεθάναμε, πεθάνατε, πέθαναν
τελειώνω
skończyłem
sākt mācīties
τελείωσα, τελείωσες, τελείωσε
τελειώσαμε, τελειώσατε, τελείωσαν
μπαίνω
wszedłem
sākt mācīties
μπήκα, μπήκες, μπήκε
μπήκαμε, μπήκατε, μπήκαν

Lai ievietotu komentāru, jums jāpiesakās.